Τετάρτη 13 Οκτωβρίου 2010

Κεφάλαιο 11ο : Χαλάστρα

Είχα κοκαλώσει στη θέση μου και μια ζαλάδα με τύλιξε.Είδα το πρόσωπο της μητέρας μου και κατάλαβα πως και αυτή είχε έρθει σε δύσκολη θέση με εμένα... «Χωρίζω με τον μπαμπά σου..» την άκουσα να λέει και ξέσπασε σε κλάματα «Μαμά μου,έλα μέσα» της είπα και πέρασα το χέρι μου από τους ώμους της.  ΄΄το καλό που σου θέλω κ.Άρη να έχεις ντυθεί΄΄ σκέφτηκα και βημάτισα μέσα. «Γεια σου Μαρία!» χαιρέτησε ο ‘’ντυμένος’’ Αρής την μητέρα μου με ένα μεγάλο χαμόγελο αλλά μόλις είδε τη διάθεση της μητέρας μου πάγωσε «Γεια σου αγόρι μου..» του απάντησε άχαρα και έκατσε δίπλα του «ποιος σε πείραξε πες μου να πάω να τον κανονίσω» συμπλήρωσε ο Άρης για να κάνει πιο ελαφριά την ατμόσφαιρα «Κανένας Άρη μου,καλά είμαι» του είπε και τον χάιδεψε στο κεφάλι «Ναι δεν βλέπω την προβοσκίδα σου που είναι μέχρι εκεί κάτω» σχολίασε ο Άρης πίνοντας το χέρι της και άφησε ένα φιλί «Καλά είμαι,πάω λίγο στην τουαλέτα» σηκώθηκε από την θέση της και εξαφανίστηκε από το δωμάτιο «Σήκω να με βοηθήσεις να ντυθώ» είπα βιαστικά και άρχισα να ψάχνω τα ρούχα μου «Μα καλά τι έγινε;» με ρώτησε καθώς μου έδινα την μπλούζα μου «Ξέρω γω μωρέ,πρέπει να μάλωσε με τον μπαμπά μου» σχολίασα τελειώνοντας με τα ρούχα μου «Τι είπε για την σέξι κόρη της που ανοίγει την πόρτα μισόγυμνη;» με ρώτησε και με αγκάλιασε από πίσω «Τίποτα ακόμη,λοιπόν φύγε εσύ σιγά-σιγά να δω τι θα κάνω με τη μαμά μου» του είπα και άρχισα να μαζεύω τα μαξιλάρια από το πάτωμα «και είχα όρεξη σήμερα..» σχολίασε και άρχισε να ψάχνει τα κλειδιά του «και εγώ..» του απάντησα και γύρισα να τον φιλήσω άκουσα βήματα και απομακρύνθηκα από κοντά του «Λοιπόν γυναίκες μου εγώ φεύγω,να σας αφήσω να τα πείτε» είπε και πλησίασε να χαιρετήσει τη μαμά μου «Σας χάλασα την βραδιά ρε παιδία συγνώμη» ΄΄αν την χάλασες λέει΄΄ σκέφτηκα άλλη μια φορά από μέσα μου «τι λες βρε μαμά; Σταμάτα τις ανοησίες» της είπα και τράβηξα τον Άρη να τον βγάλω έξω. Φτάσαμε στην πόρτα και με τράβηξε στο διάδρομο «Και τώρα τι θα κάνω εγώ;» με ρώτησε ενώ με κόλλησε στο τοίχο και άρχισε να με φιλάει στο λαιμό «Θα πας σπίτι σου..» του είπα και τον έσπρωξα απαλά «Ναι αλλά δεν θέλω» τον άκουσα να λέει και ξαφνικά τα χείλια του βρέθηκαν στα δικά μου. Δεν έχασα καιρό και άρχισα να αναζητώ την γλώσσα του. Άκουσα κάποιον να βήχει και γύρισα απότομα το κεφάλι «αχ συγνώμη είστε για τις πίτσες» ρώτησα και έσπρωξα πάλι τον Άρη «ναι» απάντησε ο πιτσιρικάς και μου έδωσε τις πίτσες «Δεν μας θέλει σήμερα» ψιθύρισε ο Άρης μέσα στο αυτί μου «όντως»του απάντησα και απομακρύνθηκα «μισό λεπτάκι» είπα στο παιδί με τις πίτσες και έψαξα τα λεφτά μου να τον πληρώσω «τι κάνεις εκεί;» είπε ο Άρης και πριν προλάβω να απαντήσω είχε βγάλει το πορτοφόλι και είχε πληρώσει «και συγνώμη για πριν φίλε, την αγαπάω τι να κάνω;» είπε ο Άρης και ένιωσα τα μαγουλά μου κατακόκκινα «δεν πειράζει,καλό βράδυ» μας είπε και έφυγε «Ρε Άρη..» τον μάλωσα και στηρίχτηκα στην πόρτα «τι κακό είναι; Σ΄ΑΓΑΠΑΩ,Σ΄ΑΓΑΠΑΩ Σ΄ΑΓΑΠΑΩ!» άρχισε να φωνάζει και είδα την πόρτα δίπλα να ανοίγει. Βγήκε η γειτόνισσα και μας κοίταξε με απορία «Την αγαπάω» της είπε ο Άρης με ένα χαζό χαμόγελο και με έδειξε «Γεια σας κυρία Άννα» κατάφερα να πω και κατέβασα το κεφάλι μου «γεια σου» την άκουσα να λέει,έκανε τον σταυρό της και μπήκε πάλι μέσα «Σήκω και φύγε τώρα!» του είπα θυμωμένα και πήγα να κλείσω την πόρτα «εεε φιλί δεν έχει;» μου είπε και έβαλε τον χέρι του ανάμεσα. Άνοιξα λίγο την πόρτα και του έδωσα ένα πεταχτό φιλί «ρε άντε φύγε,κάθομαι και σε ακούω κιόλας» του είπα και τον κοπάνησα στο κεφάλι «Καληνύχτα στριμμένη!» τον άκουσα να λέει,του χαμογέλασα και έκλεισα την πόρτα
«Λοιπόν έχουμε πίτσες,πάω να φέρω από μέσα μπύρες και έρχομαι να μου πεις αναλυτικά τι έγινε!» της είπα αφήνοντας τις πίτσες στο τραπέζι. Έβγαλα δύο μπύρες από το ψυγείο και γύρισα στο σαλόνι «λοιπόν πες τα όλα» είπα και έκατσα δίπλα της «Άννετα πριν από αυτά,γιατί ήσουν έτσι πριν;» με ρώτησε και πραγματικά δεν είχα καταλάβει τι εννοούσε «τι εννοείς;» την ρώτησα και δάγκωσα ένα κομμάτι από την πίτσα «στην πόρτα όταν ήρθα..δεν πιστεύω να κάνετε τίποτα περίεργα με τον Άρη; Μαζί με άλλους..» την άκουσα να λέει και άρχισα να βήχω «Τι λες βρε μαμά,θα με πνίξεις! Είδα από το ματάκι που ήσουν εσύ και άνοιξα,μα καλά τι στροφές παίρνει το μυαλό σου!» της είπα ένα μικρό ψεματάκι και την σκούντηξα απαλά «ξέρω γω βρε παιδάκι μου,πολλά περίεργα γίνονται στις μέρες μας..» σχολίασε και άρχισε να τρώει και αυτή «Να βγάλεις τέτοιες ιδέες από το μυαλλό σου,είμαι το τελευταίο άτομο στη γη που θα έκανε κάτι τέτοιο» της απάντησα και συνέχισα να τρώω. Για την ακρίβεια με τον Άρη ήμουν ικανή να κάνω τα πάντα αλλά καλύτερα να μην της το πω και ρίξω αλάτι στη πληγή
-«Λοιπόν για πες τι έγινε;»
-«Μαλώσαμε»
-«αυτό το κατάλαβα..το γιατί δεν ξέρω»
-«Έχουμε μεγαλώσει Αννέτα,μέσα στην ρουτίνα είμαστε και στην γκρίνια»
-«Μαμά όλα τα ζευγάρια τα περνάνε αυτά μετά από κάποια χρόνια,ηρέμησε»
-«Άσε που νομίζω πως έχει βρει άλλη..»
-«Ο μπαμπάς; Να έχει άλλη; Τι είναι αυτά που λες;»
-«Δεν με θέλει πια,όλο βρίσκει δικαιολογίες να με αποφεύγει,έδω και λίγες μέρες κοιτάτε στο σαλόνι»
-«ΜΑΜΑ! Μη περιμένεις να σου λύσω τέτοια θέματα,εγώ ένα ξέρω τον αγαπάς και σε αγαπάει! Εσύ και ο μπαμπάς θα είστε μαζί! Τέλος!»
-«Κουράστηκα Αννέτα,κουράστηκα,μια ζωή κλεισμένη μέσα στο σπίτι,και τώρα είναι χειρότερα,δεν μιλάμε,δεν κοιτιόμαστε,δεν ξέρω τι να κάνω»
-«Να πάρεις τον αντρούλη σου να πάτε ένα ταξιδάκι θα σας ανανεώσει,είναι απλά μια κρίση,φυσικό είναι μετά από τόσα χρόνια,θα σας περάσει»
-«Δεν το νομίζω Αννέτα,μαλώσαμε άσχημα»
-«Τι εννοείς;»
-«Πρώτη φορά τον είδα έτσι τον μπαμπά σου,φώναζε χτύπαγε ότι έβρισκε μπροστά του,τον φοβήθηκα»
-«τι είναι αυτά που λες; Φοβήθηκες τον μπαμπά;είναι απλά πιεσμένος με την δουλεία μαμά μου,μη ξεχνάς δεν είναι πια μικρός! Λοιπόν τελείωσες με το φαγητό σου;»
-«Ναι»
-«Ωραία πάνε να ξαπλώσεις λίγο να ηρεμήσεις και θα έρθω και εγώ σε λίγο να κοιμηθούμε αγκαλίτσα όπως παλιά»
«Καλά λες είμαι πτώμα και εγώ..»
Σηκώθηκε από την θέση και πήγε προς το δωμάτιο. Άρχισα να καθαρίζω το σαλόνι από τα κουτιά. Μόλις τελείωσα πήρα το κινητό μου και βγήκα στο μπαλκόνι,και μετά από λίγα δευτερόλεπτα άκουσα την φωνή του «έλα..»  «δεν με πιάνει ύπνος,και είχα μια ιδέα» του είπα και προσπάθησα με τον τόνο μου να τον κάνω να καταλάβει τι εννοώ «Τι σκέφτηκες πάλι;» με ρώτησε και έκατσα στην καρέκλα
-«Λέω να συνεχίσουμε τώρα αυτό που είχαμε αφήσει πριν..»
-«Θα έρθεις από εδώ;»
-«οχι..»
-«τότε;;»
-«από το τηλέφωνο φυσικα»
-«αννέτα θέλεις να με στείλεις;»
«γιατί όχι.. μου λείπεις ήδη και θέλω να ξέρεις τι θα έκανα αν ήσουν εδώ... άσε που είναι και αυτό το κενό ανάμεσα στα πόδια μου που με πνίγει πόλυ...» 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου