Παρασκευή 8 Οκτωβρίου 2010

Kεφάλαιο Ένατο: αποχαιρετισμός και αναμνήσεις

«Καλημέρα..» χαιρέτησα την Αναστασία και μπήκα μέσα... «Καλημέρα» μου απάντησε με ένα χαμόγελο στα χείλια που έλειπε εδώ και τρεις μήνες. «Είναι έτοιμη η άλλη; Θα χάσει την πτήση της» ρώτησα και έκατσα στο σαλόνι... «Σήμερα το πρωί σηκώθηκε να κάνει βαλίτσα..όλα τελευταία στιγμή τα αφήνει...» άκουσα την Αναστασία και ήρθε και έκατσε δίπλα μου. «Αναστασία..τώρα που θα φύγει η Χρύσα γιατί δεν έρχεσαι σε εμένα να μείνεις;» της έπιασα το χέρι και άρχισα να το χαϊδεύω...μετά από τα τελευταία γεγονότα είχα την ανάγκη να την βοηθήσω.Σίγουρα θα χρειαζόταν κάποιον στο πλάι της να την βοηθάει με τα φάρμακα και τυχόν εξάρσεις που μπορεί να έχει.. «όχι-όχι δεν είναι ανάγκη,αρκετά σας κούρασα,θέλω να μείνω για λίγο μόνη μου» είπε κάπως απότομα και χαμογέλασε πικρά.Γιατί όμως; Και πως μπορεί να λέει πως μας κούρασε; Άλλωστε αυτός δεν είναι ο ρόλος μιας καλής φίλης; «Αναστασία πραγματικά θέλω να σε βοηθήσω μη λες τέτοια-» «δεν θέλω εγώ όμως!» με διέκοψε με υψωμένη φωνή «Εντάξυ εντάξει δε θα σε πιέσω..όπως θέλεις,να ξέρεις όμως πως όποτε με χρειαστείς εγώ θα είμαι εδώ» της είπα και της χαμογέλασα όσο πιο γλυκά μπορούσα «το ξέρω,και σε ευχαριστώ για αυτό..όμως θέλω λίγο χρόνο μόνη μου,άμα χρειαστώ κάποια βοήθεια θα είσαι η πρώτη που θα τρέξω..να το ξέρεις» «Το ξέρω..» της είπα και την έκλεισα στην αγκαλιά μου. «Τι γίνεται εδώ;» ρώτησε η Χρύσα και τρέχοντας και έπεσε πάνω μας. «Λοιπόν κοριτσάκια..καλά ήταν τόσο καιρό,σας είδα με είδατε,αλλά ήρθε ο καιρός να φύγω..» είπε καθώς ξάπλωνε πάνω στα πόδια μας «Και οι δύο με αφήνετε..» είπε η Αναστασία με θλιμμένο ύφος..και τώρα που το σκέφτομαι είχε δίκιο..χωριζόμαστε.Η Χρύσα είχε φύγει εδώ και αρκετό καιρό και το δέσιμο το κρατούσαμε εγώ και η Αναστασία όμως τώρα ήρθε η σειρά μου.Η ροή της ζωής τρέχει τόσο γρήγορα που μέχρι να προλάβεις να πάρεις ανάσα έχουν περάσει τόσα πολλά χρόνια από μπροστά σου και τότε συνειδητοποιείς πως τα κεράκια στην τούρτα σου είναι περισσότερα από και το νούμερο παπούτσι που φοράς. «Χωριζόμαστε..» κατάφερα να πω και χαμήλωσα το κεφάλι.. «Τι είναι αυτά που λέτε ρε; Θα με τρελάνεται εντελώς! Απλώς προχωράμε...είναι η απλή τάξη των πραγμάτων...αυτό δε σημαίνει ότι χωριζόμαστε,ηρεμήστε λίγο» είπε η Χρύσα και σηκώθηκε να φέρει την βαλίτσα από μέσα. «Κι όμως έχεις δίκιο..χωριζόμαστε» άκουσα την Αναστασία και σηκώθηκα από το καναπέ. Πλησίασα στο παράθυρο και κοίταξα έξω.. «Περάσα ωραίες στιγμές όμως..έτσι δεν είναι;» ρώτησα την Αναστασία και εκείνη τη στιγμή μπήκε στο δωμάτιο η Χρύσα «ναι...περάσαμε ωραία» είπε η Αναστασία θλιμμένα και έβαζε τα παπούτσια της. «Δεν αφήνεται τις κλάψες λέω εγώ; Εμένα λέτε ότι αργώ,σεις πιάσατε τις αμπελοφιλοσοφίες» σχολίασα η Χρύσα με τα χέρια σταυρωμένα μπροστά στο στήθος της σαν μικρό παιδάκι που κάνει παράπονα. Καλά καλέ τώρα φεύγουμε. «Για να’χουμε καλό ερώτημα ο άλλος ο γάιδαρος δε θα έρθει να με χαιρετήσει;» με ρώτησε η Χρύσα καθώς μπαίναμε στο αυτοκίνητο της Αναστασίας. «Θα έρθει κατευθείαν στο αεροδρόμιο.Πήγε να κάνει ένα μπάνιο στο σπίτι του.» «Γιατί που ήταν;» ρώτησε η Αναστασία και έβαλε μπρος. «εεμ είχαμε πάει μια βόλτα παραλία,και μετά καθίσαμε σπίτι μου» κατάφερα με τρόπο αδιάφορο για να αποφύγω τα σχόλια τους «Κάποια καλοπέρασε εχθές» είπε η Αναστασία και με σκούντηξε. «Βρε πιάσε το τιμόνι μη μας ρίξεις πουθενά και άσε τα σχόλια» είπα γελώντας και περίμενα και ένα σχόλια από την Χρύσα που σίγουρα δε θα καθόταν χωρίς να μιλήσει «γιατί καλέ; Την αλήθεια λέει...» είπε η Χρύσα και πάτησαν τα γέλια.Δεν μπόρεσα να αντισταθώ και γέλασα και εγώ μαζί τους. Φτάσαμε στο αεροδρόμιο, συναντήσαμε τον Άρη και περιμέναμε να έρθει η ώρα για την πτήση... «Και κάπου εδώ σας αφήνω..» είπε η Χρύσα και σηκωθήκαμε να την χαιρετήσουμε «να προσέχεις..» της είπα καθώς την έκλεισα στην αγκαλιά μου και άρχισα να κλαίω «και έσυ το ίδιο...και σταμάτα να κλαις γιατί θα με κολλήσεις..έχω βαφτεί θα γίνω χάλια» είπε και άρχισα να γελάω «αμάν είσαι..» της είπα και σκούπισα τα μάτια μου με το μανίκι της μπλούζας μου, «Καλό ταξίδι ρε τρελοκομείο» είπε ο Άρης και την σήκωσε ψηλά μέσα στην αγκαλιά του «Να προσέχεις μικρέ..» του είπε η Χρύσα και γύρισε πως την Αναστασία που είχε πλαντάξει στο κλάμα «Αγάπη μου τι όμορφα που κλαις,ακόμη λίγο κλάψε και σου πάει...» άρχισε να τραγουδάει η Χρύσα κάπως άνοιξε τα χέρια της να αγκαλιάσει τη Αναστασία «Σταμάτα ηλίθια!» της είπε η Αναστασία και την έσφιξε σε μια δυνατή αγκαλιά «Βρε χαζό τι κλαις τώρα;; Θα τα ξαναπούμε... και αυτή τι φορά σας περιμένω εγώ στη Κύπρο,ναι;;» «ναι» απάντησε η Αναστασία και της έδωσε ένα τελευταίο φιλί στο μάγουλο. «Φιλιά τα λέμε!!» είπε η Χρύσα καθώς γύρισε να φύγει απότομα,και κατάλαβα πως δεν άντεχε άλλο,αργά η γρήγορα θα ξεσπούσε και αυτή σε κλάματα,και αυτό ήταν κάτι που ποτέ δεν ήθελε να το μοιράζεται με άλλους...

~~~
«Τι κάνουμε τώρα» είπε ο Άρης καθώς περπατούσαμε για τα αυτοκίνητά μας. «Δεν ξέρω για εσάς παιδάκια,εγώ θα πάω μια βόλτα από τους γονείς μου» είπε η Αναστασία ενώ έψαχνε τα κλειδιά της στην τσάντα της. «Εμείς;» ρώτησε ο Άρης και τύλιξε το χέρι του γύρω από τους ώμους μου
«Δεν ξέρω εσύ τι λες;» τον  ρώτησα και άφησα ένα φιλί στο μάγουλό του «Κάτι έχω στο μυαλό μου» είπε χαμογελώντας.. «να φοβηθώ;» τον ρώτησα ναζιάρικα και τύλιξα το χέρι μου στη μέση του «όχι πολύ» «ωωχ» κατάφερα να πω και τον άφησα για να χαιρετήσω την Αναστασία..Μπήκαμε στο αυτοκίνητο και ξεκινήσαμε «που πάμε;» τον ρώτησα και άνοιξα το ράδιο «θα δεις» «έλα πες μου,το ξες δεν με αρεσουν κάτι τέτοια..» «θα δεις λέμε» είπε και άρχισε να γελάει. Πέρασε αρκετή ώρα ενώ μιλούσαμε για διάφορα πράγματα και τραγουδούσαμε  τα τραγούδια που ακούγαμε,με ανοιχτά παράθυρα με αποτέλεσμα να μας ακούνε οι περάστικοι και τα υπόλοιπα αυτοκίνητα.Έκοψε ταχύτητα και είδα πως βρησκόμασταν έξω από το σχολείο που πηγαίναμε λύκειο. «Πλάκα μου κάνεις;» είπα με μια χαρούμενη έκληξη και γύρισα να τον κοιτάξω «καλή η ιδέα μου;» με ρώτησε και χαμογέλασε «έχω να έρθω εδω πόλυ καιρό» κατάφερα να πω ανοίγωντας βιαστικά την πόρτα..περπατήσαμε πιασμένοι χερί χέρι γύρω από την αυλή και φτάσαμε στα μπροστινά κάγκελα. Με άφησε και πήγε να σκαρφαλώσει «Τι κάνεις εκεί ρε ταρζάν;» του είπα και άρχισα να γελάω «έχεις καμιά καλύτερη ιδέα για να μπούμε μέσα;» με ρώτησε ενώ ήταν πάνω στα κάγκελα «Δεν πρόκειται να σκαρφαλώσω!» του είπα κατηγορηματικά και ακούμπησα στα κάγκελα «ωωω έλα τώρα,κάποτε το έκανες συνέχεια» είπα και με ένα πηδηματάκι προσγιώθηκε στην αυλή «πάνε χρόνια από τότε..» του είπα και μελαγχόλησα στην ιδέα αυτή.Πραγματικά πάντα αργούσαμε την πρώτη ώρα και έτσι σκαρφαλώναμε για να μπούμε μέσα...τι ωραίες εποχές τότε.. «Άντε έλα..» είπε και έβαλε τα χέρια του στις τσέπες του «ωχ ότι θες με κάνεις» του είπα κάπως εκνευρισμένη την στιγμή που του πέταξα την τσάντα μου για να την πιάσει. Σκαρφάλωσα και στη συνέχεια με ένα πηδηματάκι προσγηώθηκα στην αυλή και ξεφύσιξα με ευχαρίστηση «μου είχε λείψει αύτο» είπα και άπλωσα το χέρι μου να πιάσω την τσάντα μου «είναι που δεν ήθελες» είπα ο Άρης και χάιδεψε το μάγουλο μου «λοιπόν τι κάνουμε τώρα;» του είπα και γύρισα το κεφάλι μου να δω το χώρο..όλα αλλάζουν κι όμως όλα ίδια μένουν σκέφτηκα και μελαγχόλισα πάλι.. «Πάμε βόλτα..» είπε και με τράβηξε από το χέρι.. «Σου θυμήζει κάτι αυτό το σημείο;» του είπα ένω περνούσαμε μια λακούβα στη μέση της αυλής «ωχ μη μου το θυμήζεις..όποτε το σκέφτομαι πονάει το πόδι μου» είπα με μια έκφραση αηδίας και δεν μπόρεσα να κρατηθώ χωρίς να γελάσω «Έλα παραδέξου το,ήταν θεική η βούτα που είχες φάει!» κατάφερα να πω μέσα από τα γέλια μου «Εσένα σου θυμήζει κάτι αύτο έξυπνη;» είπε και μου έδειξε την κολώνα με την ελληνική σημαία «Παλιοκολώνα! Σε μίσω!» είπα και την κλώτσησα «Πόσες φορές είχε στουκάρει το κεφάλι σου εδώ πέρα;» μου είπε και άρχισε να γελάει... «Δε φτάω εγώ! Αυτή ήταν μπροστά από τα σκαλία και πάντα είχα σκιμένο το κεφάλι και δεν την έβλεπα!» του είπα απολογιτικά «Αφού δεν άνοιξες το κεφάλι σου καμιά φορά πάλι καλά!» τον άκουσα να λέει κοντά στο αυτί μου και τύλιξε τα δάχτυλα του με τα δικά μου.. «Ωχ τρέχα;» φώναξα και περπάτησα στον τοίχο μπροστά στο σχολείο για να το ψάξω.. «Μη το ψάχνεις δεν πρόκειται να το βρεις» μου είπε καθώς με πλησίαζε «Κι όμως το βρήκα!» είπα και του έδειξα με το δάχτυλο μου το σημείο «Τελειώσαμε ρε! Φεύγουμε από εδώ... Έτος: 2005-2008 τα καλύτερα μας χρόνια ΑΝΝΕΤΟΝΙ+ ΑΡΗΣ» το διάβασε ο Άρης δυνατά και γύρισα να τον κοιτάξω.. «Τελευταία μέρα που δίναμε στις πανελλαδικές» είπα και χαμογέλασα πικρά «Περνούσαμε ωραία..» είπα και με αγκάλιασε «Όντως..» κατάφερα να πω και τύλιξα τα χέρια μου στην μέση του... «Πάμε στο παγκάκι μας;» με ρώτησε και με τράβηξε μακριά του «Αν δεν το έχουν ξυλώσει..» είπα ειρωνικά και αρχίσαμε να περπατάμε για να φτάσουμε στο πίσω μέρος του σχολείου «Να το..» είπε ο Άρης και αρχίσαμε να τρέχουμε. Μόλις φτάσαμε καθήσαμε βιαστικά και αρχίσαμε να πέρνουμε γρήγορες ανάσες επειδή είχαμε λαχανιάσει «Εδώ τα φτιάξαμε...» είπε ο Άρης με ακόμη κομμένη την ανάσα από το τρέξιμο «Και την επόμενη μέρα δώσαμε το πρώτο μας φιλί» είπα και εγώ επίσης με κομμένη την ανάσα «Ναι και μόλις πήγα να σε αγγίξω με κλώτσισε» είπε και γέλασε «Αφού βιαζόσουν πολύ!» του είπα και τον βάρεσα στον ώμο «Ναι αλλά μετά από λίγες μέρες δεν είπες όχι...» είπε και χαμογέλασε πονηρά «Σταμάταα!» του είπα και έκρυψα το πρόσωπο μου. Με τράβηξε και ξαφνικά άρχισε να με φιλάει,τόσο γλυκά και αμήχανα όπως παλιά..όπως την πρώτη φορά. Μετά από λίγο σηκώθηκα και έκατσα στα πόδια του κάτι που συνήθιζα να κάνω τότε και άρχισα να χαιδεύω τον σβέρκο του και να παίζω με τα μαλλάκια του.. «Μπορούσες να το κάνεις αυτό ώρες κάποτε..» ψιθύρισε και έκλεισε τα μάτια του «Είχες και εκείνο το τέλειο τσουλουφάκι εδώ πίσω που πραγματικά άμα το έπιανα δεν μπορούσα το αφήσω» γέλασα και φίλησα απαλά το μέτωπο του.Περάσαμε αρκετή ώρα εκεί εξερευνόντας κάθε γωνιά του παλιού μας αυτού αγαπημένου χώρου,που κάποτε ήταν το βασανιστήριο μας όμως τώρα καταλάβαμε πως μάλλον ήταν ο παράδεισσος και ξεσκονήσαμε πολλές και καλές αναμνήσεις που ήταν καλά σφινομένες στο πίσω μέρος του μυαλλού μας! «Τι ώρα πήγε;» τον ρώτησα ενώ καθόμασταν στα σκαλιά της εισόδου;» «Εφτά» είπε και φίλησε το κεφάλι μου» «Πάμε σιγά-σιγά; Βαρέθηκα» σηκώθηκα και τινάχτικα επειδή είχα λερωθεί «Πες πως πείνασες!» είπα και σηκώθηκε και αυτός «και πείνασα και βαρέθηκα και κουράστηκα,πρόβλημα;» του είπα δήθεν θυμωμένη «Καλά-καλά πάμε» είπε και χαμογέλασε.. «Πρέπει πάλι να σκαρφαλώσω;» τον ρώτησα καθώς φτάναμε στα κάγκελα με απογοήτευση «Άμα θες εσύ μείνε εδώ» είπε και άρχισε να σκαρφαλώνει «Δεν θέλω» είπα ναζιάρικα και έμεινα να κοιτάω τα κάγκελα «Οκ μείνε εδώ εσύ» μου είπε και άρχισε να περπατάει προς το αμάξι «Τι σπαστικός που γίνεσαι» γύρισε να με κοιτάξει και του πέταξα όπως και πριν την τσάντα για να την πιάσει «Μα αυτό είναι που λατρεύεις σε εμένα» μου είπε και άρχισε να γελάει «Βρε άντε παράτα μας» του είπα και άρχισα να σκαρφαλώνω «Όπως θες» απάντησε και γύρισε να φύγει πάλι «εεεε περίμενε με ρεε» του είπα κλαψιάρικα και κρατήθηκα από τα κάγκελα. Με έπιασε και έπεσα στην αγκαλιά του «ευχαριστώ» του είπα και του έδωσα ένα φιλί «Μη νομίζεις πως γλύτωσες με ένα ευχαριστώ» μου είπε ενώ με άφησε στα πόδια μου και μου έδωσε ένα φιλί μεγάλης διάρκειας. Τον έσμπρωξα και άρχισα να τρέχω προς το αυτοκίνητο γελώντας... «Άντε πάμε!» του φώναξα και ανέβηκα στο πεζοδρόμιο.. «Που θα πάμε;» με ρώτησε ενώ πλησίασε «Σπίτι μου;» τον ρώτησα και γύρισα να τον κοιτάξω «Σπίτι σου» συμφώνησε και μου άνοιξε την πόρτα να μπω μέσα...
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου